Τετάρτη, Ιουλίου 25, 2007

Μουσικές Γωνιές του Κόσμου: West Eastern Divan, η Ορχήστρα της Ειρήνης


Η Ορχήστρα West Eastern Divan αποτελεί μια ηχηρή απόδειξη ότι η μουσική μπορεί να ενώσει τους λαούς, να γεφυρώσει ακόμη και τις πιο αντίθετες πλευρές και να διασώσει την ελπίδα για ειρήνη. Για την Ορχήστρα West Eastern Divan όλα ξεκίνησαν στις αρχές του 1990 μετά από μια τυχαία συνάντηση του Αργεντινο-Ισραηλινού μουσικοσυνθέτη Daniel Barenboim και του Αμερικανο-Παλαιστινίου Edward Said.

Ο Barenboim είχε να επιδείξει μια εκπληκτική ορχηστική καριέρα, μεταξύ άλλων, ως Μουσικός Διευθυντής της Ορχήστρας του Παρισίου, της Συμφωνικής Ορχήστρας του Σικάγο και της Όπερας του Βερολίνου. Ο Said από την άλλη, είχε διαγράψει μια μοναδική επιστημονική πορεία στο Πανεπιστήμιο Columbia της Αμερικής. Υποστηρικτής ο ίδιος του δικαιώματος των Παλαιστινίων για απελευθέρωση, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα βασικές αξιώσεις των Ισραηλινών, δεν παρέλειψε να ασκήσει κριτική και στις δύο πλευρές, προβάλλοντας την μέση οδό, την ειρηνική συνύπαρξη των δύο λαών, ως την μόνη βιώσιμη λύση.

Μετά από την τυχαία γνωριμία τους, o Barenboim και ο Said συνειδητοποίησαν ότι είχαν πολύ περισσότερα κοινά από ότι αρχικά θεωρούσαν. Αποφάσισαν έτσι να ξεκινήσουν ένα πιλοτικό, κατά βάση μουσικό, πρόγραμμα, με καθαρές όμως πολιτικές και ανθρωπιστικές προεκτάσεις. Ιδρύοντας την West Eastern Divan θέλησαν να δημιουργήσουν μια κοινή αραβο-ισραηλινή ορχήστρα, φέρνοντας κοντά νέους μουσικούς από το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και από άλλα αραβικά κράτη.

Οι νέοι αυτοί μουσικοί ήρθαν αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα. Ενώ έως τότε η συνύπαρξη και η συνεργασία μεταξύ τους σε οποιοδήποτε επίπεδο φαινόταν αδιανόητη, η πρωτοβουλία αυτή τους ένωσε, καθιστώντας την επιτυχία κοινή προσπάθεια όλων, τόσο Ισραηλινών όσο και Παλαιστινίων. Συγχρόνως, τους δόθηκε η δυνατότητα να συνομιλήσουν, να γνωριστούν καλύτερα και να αφήσουν πίσω τους τις προκαταλήψεις και το μίσος.


Η ορχήστρα έγινε πολύ σύντομα ό,τι πιο σημαντικό για την ζωή του Said και του Barenboim. Το 2003 ο Said πεθαίνει και ο Barenboim ακόμη πιο αποφασιστικά, και εις μνήμην πλέον του φίλου του, συνεχίζει το εγχείρημα. Η West Eastern Divan συνεχίζει έως σήμερα τις ζωντανές εμφανίσεις της υπενθυμίζοντας σε όλους μας ότι, παρά τις βαθιές και ανεπούλωτες πληγές Ισραηλινών και Παλαιστινίων, η ελπίδα για ειρηνική συνύπαρξη μπορεί και πρέπει να παραμείνει ζωντανή.

Γι’ αυτό και στην εμφάνιση της Ορχήστρας στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, στις 18 Δεκεμβρίου 2006 ο Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τίμησε την προσπάθεια αυτή λέγοντας: «Η πολιτική και η διπλωματία δεν είναι οι μόνοι δρόμοι που μπορούν να οδηγήσουν στην ειρήνη. Η τέχνη μπορεί να δημιουργήσει ελπίδα, έμπνευση και να προσφέρει ένα βήμα προώθησης της ειρήνης και της συμφιλίωσης των λαών».

Η φωτογραφία προέρχεται από το εξώφυλλο του DVD που είναι αφιερωμένο στην Ορχήστρα και την συναυλία της στην Ramallah. «Αυτό το οποίο έχει μεγαλύτερη αξία…», λένε οι νεαροί μουσικοί της Ορχήστρας στο αφιέρωμα αυτό, «είναι το γεγονός ότι συνυπάρχουμε σε αυτήν την Ορχήστρα. Για να καταφέρουμε να παίξουμε μαζί μουσική πρέπει πρώτα από όλα να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλο. Και αυτό είναι σίγουρα κάτι που λείπει από τους λαούς μας»


{Περισσότερες πληροφορίες για την West Eastern Divan μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα: http://west-easterndivan.artists.warner.de/}

Εφημερίδα "Πολίτης της Θράκης"
www.politis-thrakis.gr

Τετάρτη, Ιουλίου 18, 2007

Μουσικές Γωνιές του Κόσμου: Johnny Clegg, ο ‘Λευκός Ζουλού’


Ο Johnny Clegg, ο επονομαζόμενος και ‘Λευκός Ζουλού’ είναι σήμερα μια σημαντική μουσική παρουσία της Νότιας Αφρικής και της μουσικής του κόσμου. Αν και γεννήθηκε στο Rochdale της Αγγλίας, πέρασε την παιδική του ηλικία στην γενέτειρα της μητέρας του, την Ροδεσία (σημερινό Ζιμπάμπουε). Σε ηλικία 9 ετών ταξίδεψε στη Νότια Αφρική, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του και ανέπτυξε έντονο ενδιαφέρον για την μουσική, τον χορό και την γλώσσα των Ζουλού.

Ξεκινώντας την μουσική του καριέρα κατά την διάρκεια του ρατσιστικού Απαρτχάιντ, και όντας λευκός ανήκε θεωρητικά, λόγω χρώματος, στην ‘πλεονεκτική’ μερίδα της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, μέσω της μουσικής του, ανέπτυξε έντονο ‘πολιτικό χρώμα’ δημιουργώντας το 1969, μαζί με τον Sipho Mchunu, τους Juluka, το πρώτο κοινό συγκρότημα λευκών και μαύρων (φωτογραφία του 1982). Το πρωτόγνωρο αυτό γεγονός για το δεδομένα του Απαρτχάιντ, αλλά και οι αντικαθεστωτικοί στίχοι των τραγουδιών τους, ήρθαν να ‘ταρακουνήσουν μουσικά’ το ρατσιστικό σύστημα.

Με τον Mchunu ο Johnny Clegg συνδέεται στενά, εμπλουτίζοντας τις γνώσεις του στον χορό, την μουσική αλλά κυρίως την σύνθεση των τραγουδιών στην γλώσσα των Ζουλού. Στο ξεκίνημα του συγκροτήματος των Juluka, ο Mchunu πηγαίνει σε νυχτερινό σχολείο, ενώ ο Johnny Clegg συνδέει την μουσική του εκπαίδευση με σπουδές στην ανθρωπολογία. Σπουδάζοντας, και διδάσκοντας για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, στο Πανεπιστήμιο Witwatersrand του Γιοχάνεσμπουργκ, έρχεται σε επαφή με τον Καθηγητή Κοινωνικής Ανθρωπολογίας David Webster, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1989 από τις μυστικές υπηρεσίες του Απαρτχάιντ λόγω της αντικαθεστωτικής του δράσης.

Σε μια πλειοψηφική κοινωνία μαύρων που κυβερνώνται από μια αποικιοκρατική μειονότητα λευκών κάτω από το απάνθρωπο καθεστώς του Απαρτχάιντ, και όπου οι μαύροι δεν έχουν κανένα δικαίωμα ιδιοκτησίας, εκπαίδευσης, μετακίνησης και ψήφου, οι Juluka παίζουν μουσική στο δρόμο και αρχίζουν σταδιακά να ενοχλούν τους καθεστωτικούς αποικιοκράτες. Η λογοκρισία δεν αργεί να έρθει: Οι πολιτικοί στίχοι, για παράδειγμα, του κομματιού Impi που έκαναν σαφή αναφορά στην ήττα των άγγλων αποικιοκρατών από τους Ζουλού, ήταν η απαρχή της απαγόρευσης του συγκροτήματος και της μετάδοσης των τραγουδιών τους από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι εκφοβισμοί έναντι του συγκροτήματος υπήρξαν συνεχής, και ο ίδιος ο Johnny Clegg φυλακίστηκε και χτυπήθηκε από τους καθεστωτικούς αρκετές φορές.

Συγχρόνως όμως η απαγορευμένη πλέον μουσική τους είχε αποκτήσει μεγάλη απήχηση στους δρόμους του Γιοχάνεσμπουργκ και σε όλους όσους είχαν αρχίσει δράση εναντίον του Απαρτχάιντ. Ενώ οι Juluka διαλύονται το 1986, ο Johnny Clegg συνεχίζει την μουσική του καριέρα με το δεύτερο διεθνικό συγκρότημα, τους Savuka, και συγχρόνως ενδυναμώνει την φωνή του με το παγκόσμιο πλέον ρεύμα κατά του Απαρτχάιντ. Με το άλμπουμ "Third World Child" το 1987, για παράδειγμα, ο Johnny Clegg καλεί ανοικτά για την απελευθέρωση του Nelson Mandela και τον τερματισμό του καθεστώτος.

Μετά το τέλος του Απαρτχάιντ, ο Johnny Clegg συνεχίζει να συναρπάζει με τις ζωντανές εμφανίσεις του σε όλο τον κόσμο. Η μουσική του χρησιμοποιείται επίσης σε σημαντικές κινηματογραφικές επιτυχίες, όπως ο ‘Άνθρωπος της Βροχής – Rain Man’ και το ‘Goodbye Bafana’, το οποίο ξεδιπλώνει την ιστορία της πολυετούς κράτησης του Nelson Mandela και της σχέση που ανέπτυξε με τον δεσμοφύλακά του καθώς επίσης και στην σταδιακή μεταστροφή του τελευταίου υπέρ της δημοκρατίας.

Η πιο πρόσφατη καλλιτεχνική δουλειά του Johnny Clegg είναι το ‘One Life’.

Εφημερίδα "Πολίτης της Θράκης"
www.politis-thrakis.gr

Τετάρτη, Ιουλίου 11, 2007

Μουσικές Γωνιές του Κόσμου: Rachid Taha, ο ανατρεπτικός


Η ιστορία και η γεωγραφία των χωρών του Maghreb (Τυνησία, Μαρόκο, Αλγερία) και το πέρασμα διάφορων πολιτισμών στο βάθος του χρόνου (Οθωμανών, Ισπανών, Γάλλων, Αράβων) συνετέλεσαν στη δημιουργία ενός ιδιότυπου μουσικού αμαλγάματος. Όλο και πιο συχνά, παραδοσιακοί αραβικοί ήχοι συναντούν αφρικανικούς και νοτιοδυτικούς ευρωπαϊκούς ρυθμούς και εμπλουτίζονται από το αμερικανικό rock'n'roll και ένα πλήθος άλλων παγκόσμιων μουσικών επιρροών.

Συνδυάζοντας πολλά από τα παραπάνω στοιχεία, ο Rachid Taha αποτελεί ένα χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα. Γεννημένος στο Οραν της Αλγερίας, το οποίο ανέθρεψε την (προερχόμενη από τους βεδουίνους) μουσική raï, ο Taha δεν θα μπορούσε παρά να έχει ως βάση του την αραβική raï μουσική. Στα αραβικά, raï σημαίνει άποψη, και πίσω από το μουσικό αυτό είδος κρύβεται μια ολόκληρη ιστορία. Η raï που αρχικά ακουγόταν συνήθως σε γάμους και άλλες κοινωνικές συνεστιάσεις, γρήγορα μετατρέπεται σε μουσική διαμαρτυρία απέναντι στην συντήρηση.

Ο Taha αν και, λόγω των πολλών μουσικών επιρροών του, δεν θεωρείται κατεξοχήν εκφραστής της raï, παρ’όλα αυτά έχει ξεκάθαρες rai καταβολές. Ένα αδιάκοπο πάντρεμα αραβικών και δυτικών ρυθμών αμφισβητεί συνεχώς οπισθοδρομικές πολιτικές και ζωγραφίζει μουσικά ένα καλύτερο μέλλον. Με τον Taha, η παράδοση της raï επιδιώκει, και σε μεγάλο βαθμό κατορθώνει, να ‘μελοποιήσει’ τις πολιτικές και κοινωνικές ανησυχίες των αράβων μεταναστών στην Γαλλία.

Ξεκινώντας την καριέρα του με το συγκρότημα Carte de Séjour (‘‘Άδεια Παραμονής’’) ο Taha, τραγουδάει για την ανεκτικότητα, ενάντια σε κάθε είδους διακρίσεων. Η μουσική του σηματοδοτείται από μια νέα γενιά μεταναστών που αρχίζει σταδιακά να υπερασπίζεται τα πολιτικά της δικαιώματα και να διεκδικεί κοινωνική ενσωμάτωση.

Ως σόλο καλλιτέχνης, κυκλοφορεί το 1998, τον δίσκο Diwân, όπου περιλαμβάνεται και η επανεκτέλεση του διάσημου κομματιού ‘‘Ya Rayah’’ (‘‘ο μετανάστης’’) του Dahmane El Harrachi. Τραγούδι το οποίο γνωρίζει μεγάλη επιτυχία σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδος μέσω της ερμηνείας του Γιώργου Νταλάρα (τίτλος ελληνικού τραγουδιού: ‘Κι αν σε Θέλω’). Η επιτυχημένη εξάλλου διασκευή από τον Taha του τραγουδιού ‘Rock El Casbah’ των θρυλικών Clash (το οποίο σημειωτέον πρωτογράφτηκε ως αντίδραση προς την απαγόρευση του rock’n’roll από τον Khomeini) απογειώνει την μουσική του καριέρα. Η πιο πρόσφατη καλλιτεχνική του δουλειά είναι το Diwân 2 (φωτό: εξώφυλλο δίσκου).

{Περισσότερες πληροφορίες για τον Rachid Taha μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα: http://rachidtaha.artistes.universalmusic.fr}

Εφημερίδα "Πολίτης της Θράκης"
www.politis-thrakis.gr